Το παιχνίδι των λέξεων: Αλεξανδρίτης (ο)
Όσο κράτησε η αφήγησή του, το μάτι μου δεν ξεκόλλησε από το δαχτυλίδι στο χέρι του. Όπως άλλαζε χρώματα η πέτρα καθώς προχωρούσε η ώρα, προσπαθούσα να θυμηθώ το όνομά της. Ήξερα πως η εκδοχή του ακουμπούσε την αλήθεια αλλά αν φωτίζονταν διαφορετικά, το χρώμα της θα άλλαζε όπως του δαχτυλιδιού του. Το πρόσεξε.
Όταν τελείωσε, με την χροιά κυνισμού που διατηρούσε πάντα η ήρεμη φωνή του, γύρισε προς το μέρος μου: «Πρόσεξα πως κοιτούσατε το δαχτυλίδι». μου είπε. «Είναι οικογενειακό κειμήλιο. Αλεξανδρίτης η πέτρα. Στην αγορά συχνά συναντάμε συνθετικό αλεξανδρίτη, εργαστηριακά παραγόμενο. Ο φυσικός αλεξανδρίτης είναι πιθανόν η ακριβότερη πολύτιμη πέτρα. Ορυκτό της οικογένειας του χρυσοβήρυλλου. Μεταβάλλει το χρώμα του, ανάλογα με το είδος του φωτός που πέφτει πάνω του. Στο φως του κεριού ο αλεξανδρίτης είναι κόκκινος. Κάτω από μία λάμπα φθορισμού γαλαζοπράσινος.». Τον κοίταξα στα μάτια. Χαμογέλασε. «Ναι, ακριβώς, όπως το σκέφτεστε» πρόσθεσε σα να διάβασε τη σκέψη μου. «Όπως αλλάζει χρώμα η αλήθεια, αναλόγως ποια ζωή τη φοράει».